Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

Ξαγρυπνώντας με τη σκέψη σου

Άλλος ένας χειμώνας μακριά σου. Ο τρίτος κατά σειρά. Με την ευχή να είναι ο τελευταίος που περνάμε τις ζωές μας χώρια, για ακόμη ένα βράδυ- τηρώντας τη συνήθεια- σου γράφω.  Εικοσιπέντε κοντά μήνες πέρασαν κιόλας από το κρύο εκείνο φθινοπωρινό βράδυ που τα χνώτα μας ενώθηκαν κι έγιναν ένα ζεσταίνοντας τις καρδιές μας.
Δυο χρόνια και κάτι τώρα παλεύουμε το ακατόρθωτο για τους άλλους. Να μη σβήσει ο χρόνος τη σπίθα του έρωτά μας και να καταφέρουμε να ζήσουμε μαζί. Μοιρασμένα χιλιόμετρα οι ζωές μας εδώ και δύο χρόνια. Κομοτηνή-Αθήνα, Αθήνα-Κομοτηνή. 754 χιλιόμετρα μας χωρίζουν. Σου φαίνονται πολλά. Είναι πολλά. Ωστόσο η απόσταση είναι μέσα στο μυαλό και μπορεί το χάδι σου να μην είναι απτό, η αγάπη μου όμως για σένα είναι τόσο χειροπιαστή που κάνει και το χάδι σου πιο πραγματικό και από την πραγματικότητα!
Σε σκέφτομαι πάντα και σου μιλώ συνέχεια. Σε σκέφτομαι εκούσια και ακούσια. Ταξιδεύω συνέχεια στον τόπο που σε άφησα. Η μοίρα σου έχει γίνει και δική μου μοίρα.  Αγάπη μου, μάς φθόνησαν οι θεοί. Από το ψηλό τους μετερίζι, ζήλεψαν την αγάπη μας και μας καταδίκασαν να ζούμε μακριά. Με τόκο αποπληρώνουμε τις στιγμές της ευτυχίας μας σε δόσεις μακροπρόθεσμες. Αλλά αρνούμαστε αυτό που μας αρνείται. Δεν παύεις να είσαι δίπλα μου και να με συντροφεύεις. Πλανάται η αδιόρατη υπόσχεση ότι σε αυτή τη ζωή θα συμπορευτούμε.
Τα ταξίδια του μυαλού και του κόσμου που κάναμε μαζί, με προίκισαν με απέραντες μνήμες. Ζω με τις αναμνήσεις, με τις στιγμές που ήμασταν ένα, συγχωνευμένοι απόλυτα ο ένας στον άλλο ώστε να μην διακρίνονται οι ραφές της ένωσής μας.

«Μου λείπεις στα πιο μικρά και καθημερινά μέχρι τα πιο ουσιαστικά και μεγάλα» μου γράφεις. Δεν έχεις κάτι άλλο να γράψεις. Τι άλλο να προσθέσεις; Αυτό και μόνο τα περικλείει όλα. Όταν κάθομαι σπίτι και σε σκέφτομαι, στο μυαλό μου γράφονται σελίδες κειμένου με όλα όσα θέλω να σου πω, γράμματα χωρίς τέλος με μοναδική αποδέκτρια εσένα. «Πάντα θα μας χωρίζει ένα φύλλο χαρτί», θυμάμαι τα λόγια σου. «Οι λέξεις σου θα  γίνονται οδοφράγματα. Εκεί θα αφήνεις τα μύχια του εαυτού σου και ό,τι θα μου δίνεις θα είναι φτηνή απομίμηση», συνεχίζεις-σε τόνο απελπισίας-να γράφεις.
Κι ύστερα πάλι καταφτάνει νέο email και ύστερα άλλο ένα να επαναλαμβάνει το ίδιο μοτίβο: «Μου λείπεις πολύ. Δεν την αντέχω την απόσταση. Δεν παλεύεται η απόσταση. Είναι το αγκάθι της σχέσης μας. Το τηλέφωνο δεν είναι λύση. Μη συγχέεις τη χιλιομετρική απόσταση με τη ψυχική».
Πίσω από κάθε σου λέξη, πίσω από κάθε σου σκέψη είμαι εγώ, η δική μου φωνή που προλαβαίνει να στο ψιθυρίσει. Είμαι εκεί να συμπληρώνω τη μισοτελειωμένη σου φράση.  Μια μελαγχολία πλανάται στον αέρα και μου θυμίζει φθινόπωρο. Είναι η ψυχή μου που καθρεφτίζεται σε καθετί έμψυχο και άψυχο. Είναι το «αντίο» που αναγκαστήκαμε να πούμε...
Άλλοτε πάλι καταφτάνουν λόγια αγάπης γραμμένα στο χαρτί. Σε φάκελο αλληλογραφίας. Σε φάκελο κλειστό. Με γραμματόσημο. Όπως τον παλιό καιρό.  Επιμένοντας, όπως το επιθυμείς, στη σκέψη αυτής της μορφής επικοινωνίας για την γλυκύτητα της αναμονής. Όπως τον παλιό καιρό, τον καιρό των ιπποτών, των κάστρων, των ερωτευμένων πριγκιπισσών που με καρτερία περίμεναν ένα και μόνο γράμμα του αγαπημένου τους που μπορεί να έκανε και χρόνια να φτάσει στον παραλήπτη. Περίμεναν με ελπίδα και οι λέξεις τότε είχαν τρομακτική δύναμη γιατί αποφάσιζαν για ζωές. Προσπαθούμε κι εμείς με πείσμα να μη χαθεί αυτή η μαγεία. Κι ας τρελαινόμαστε όταν ο άλλος δεν σηκώνει το τηλέφωνό του. Που είναι; Γιατί δεν απαντά; Τι κάνει όλη μέρα; Πάλι κλειστό το κινητό; Παρήλθε ανεπιστρεπτί η εποχή της αναμονής, της προσμονής, της σιωπής .
Ο καιρός περνάει βασανιστικά αργά μακριά σου. «Πονάω γιατί έμαθα να ζω στη ζεστασιά σου και τώρα ρίχνομαι μόνη στον παγωμένο ωκεανό», τα λόγια σου σαν πρόκες σκίζουν το είναι μου , λίγο πριν λάβουν το τελειωτικό σου χτύπημα «Σώσε με πριν πνιγώ, πριν με πάρει στον βυθό της η απελπισία της απουσίας σου». Όλα μοιάζουν να κινούνται σε slow motion. Νιώθω ανήμπορος να σε βοηθήσω. Η θλίψη ξεπηδάει με κύματα τα βράδια και τα πρωινά. Ξέρω όμως ότι σε κουβαλάω μέσα μου και αυτή μου η σκέψη μού δίνει δύναμη, στάζει βάλσαμο στην καρδιά μου. Και ξέρω κι εσύ ότι κάνεις το ίδιο.
Δυο χρόνια τώρα προσπαθούμε να μετριάσουμε την απόσταση. Πότε εγώ και πότε εσύ. Φέρνουμε τα πάνω-κάτω. Οι δρόμοι μας ενώθηκαν. Οι δρόμοι ξέρουν όλα τα μυστικά μας. Μοιρασμένα χιλιόμετρα η αγάπη μας. Μέσα από σταθμούς τρένων και λεωφορείων. Καταραμένοι είναι οι σταθμοί. Κατοικούν σ’ αυτούς κακά πνεύματα που τρέφονται από τον πόνο και τη δυστυχία των αποχωρισμών. «Κάθε αποχωρισμός είναι ένας μικρός θάνατος.»  Γιατί δεν λένε, καλύτερα, ένας μεγάλος;
Παλαιότερα σημειωματάκια σου έχουν μόνιμη θέση στην ατζέντα μου. Μικρά memorabilia για να σε νιώσω ακόμα πιο κοντά μου απ' ότι σε νιώθω ήδη. Όμως η απόσταση δυστυχώς κάνει τα πράγματα δύσκολα καθώς δεν είναι καθόλου εύκολο να αναπληρώσει την καθημερινότητα. Όλα όσα μου γράφεις τα εκτυπώνω και τα διαβάζω το βράδυ πριν κοιμηθώ. Για να κοιμάμαι γλυκά, και η ηχώ των λέξεών σου να με συντροφεύει στον ύπνο μου…
Μπορεί να κάθομαι να σου γράφω χιλιάδες και χιλιάδες λόγια. Όλα φτηνά κι άσημα μακριά σου… Εκτός από το φως σου… Όταν πιστεύεις σε σένα πρώτα και με φωτίζεις, με εξακοντίζεις στην αιωνιότητα, σαν οργασμός του νου μεγάλος που φτάνει στα μύχια της ψυχής... Λαχταρώ να βρεθούμε, να σε πάρω αγκαλιά, να με πάρεις αγκαλιά, να ακούσω την καρδιά σου να χτυπάει δυνατά και να αφήσουμε τα σώματα μας να μιλήσουν τη δική τους γλώσσα.
«Είμαι ερωμένη των ωρών σου. Του χρόνου που περνάς μακριά μου. Ζηλεύω όσους μοιράζονται τις στιγμές της καθημερινότητάς σου γιατί τις κλέβουν από εμένα, χωρίς να έχουν το δικαίωμα». Έχεις δίκιο. Έχεις δίκιο σε όλα όσα μου γράφεις. Κι εγώ ζηλεύω όλους όσους μοιράζονται την καθημερινότητά σου…
Όταν οι ώρες δεν περνούν, όταν η σκέψη σου με στοιχειώνει, στοιχειώνει το σπίτι και τα πράγματα που  άγγιξες, σού κλέβω φωτογραφίες και σε υλοποιώ μέσα από στιγμές των καιρών σου. Αγγίζω τον κόσμο σου για να αγγίξεις και εσύ τον δικό μου. Ψάχνω να σε βρω μέσα από τα βλέμματά σου. Πες μου, πώς αλλιώς να σε φτάσω;
Ό, τι θέλουμε πολύ μας ξαγρυπνά και μας δυναστεύει. Περιμένω το φως να αναστηθεί. Να χαθεί η σκιά σου. Όταν το απόγευμα θα αρχίσει πάλι η παράσταση για δύο, θα καλησπερίσω τη μοναξιά. Τότε θα κλείσω τα μάτια και θα μας δω, να φτάνουμε μαζί στο τέλος.
Σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία εμείς πάμε κόντρα στο ρεύμα. Αντιστεκόμαστε. Αντέχουμε. Αντέχουμε ακόμη να περιμένουμε ο ένας τον άλλον. Πάντα όπως την πρώτη φορά. Με την ίδια προσμονή. Την ίδια ταραχή. Το ίδιο σκίρτημα. Το παλεύουμε όσο δύσκολο και εάν είναι. Όσο ακατόρθωτο και εάν φαίνεται. Τα δύσκολα είναι η μοίρα μας. Το έχουμε μάθει αυτό. Θα τα καταφέρουμε. Μαζί. Έχοντας ό ένας τον άλλον. 
Ο χρόνος δικαιώνει λένε… Αργά και σίγουρα βασανιστικά.. Αλλά δικαιώνει.. Ας μην πάψουμε να ελπίζουμε ότι οι εφιάλτες κάποτε τελειώνουν.
Κοιμήσου τώρα κι εσύ! Εγώ θα κάνω όνειρα για σένα. Αν χαμογελάσεις στον ύπνο σου θα σε δω. Και Μη ξεχνάς... μ΄ ένα  σου νεύμα θα ΄μαι εκεί...
Στην Ο.Μ.

Μπάμπης Καλπάνης 
Δημοσιεύτηκε στην Κ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου