Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Αλκυονίδες αμίλητες

Αποδιώχνοντας το εορταστικό κλίμα στην Κομοτηνή βγάζοντας και τα τελευταία χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια, τις μεθεόρτιες ημέρες ένα πέπλο ομίχλης σκέπασε την πόλη. Καθαρή ομίχλη! Απ' αυτή που εμπνέει τους ποιητές… Η ορατότητα περιορισμένη και η υγρασία τσακίζει κόκαλα! Πέπλο ομίχλης όπως αυτό που σκεπάζει τις μέρες και τις νύχτες που διανύει η χώρα βαδίζοντας στις πρώτες μέρες του εθνοσωτήριου έτους 2014 (μετά μνημονίων βεβαίως).

Ενώ οι μίζες υπερίπτανται των κεφαλών μας, η χρονιά ξεκίνησε με τρομολαγνεία και απαγόρευση διαδηλώσεων. Να δεις τι σου 'χω για μετά σαν να λέμε... Κι έτσι οι ειδήσεις-αποκαλύψεις διαδέχονται η μία την άλλη… Η υπόθεση των ημερών, τα επισφαλή δάνεια σε μεγαλόσχημους από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, που συνιστά μείζον τραπεζικό σκάνδαλο με σαφείς πολιτικές προεκτάσεις…

Με την «Χρυσαυγιάδα» καλά να κρατεί (στις φυλακές οδηγήθηκαν άλλοι τρεις βουλευτές της), ένα νέο έπος έκανε την εμφάνιση του με την έλευση της νέας χρονιάς, αυτό της «Τατσοπουλιάδας». Έπειτα από τα καμώματα του βουλευτή-καρνάβαλου ή αλλιώς «παπά-σούρα», είχαμε και τα τερτίπια ενός άλλου «συντρόφου» του από τον ΣΥΡΙΖΑ , «ταλαντούχου» συγγραφέα που  κρατάει την Έδρα και τη “μισή Αθήνα” και πλέον ελεύθερος και ανέμελος μπορεί να βάλει μπρος και για το υπόλοιπο μισό του γυναικείου πληθυσμού της πρωτεύουσας…
Φτάνει όμως με τους κάθε λογής Διαμαντόπουλους, Τσατσόπουλος, Λιάπηδες και πλείστους άλλους… Χορτάσαμε από κάθε λογής υποκείμενα που παρουσιάζονται ως οι σωτήρες της Ελλάδας ενώ αντίθετα την ευνουχίζουν κάθε ώρα, κάθε μέρα. Τέρμα με τους γελωτοποιούς και τους λακέδες. Φτάνει με τον άτολμο αριστερό μικρομεγαλισμό, το βαρύθυμο κέντρο και τον θολοδεξιό λαϊκισμό.

Μέσα σε συνθήκες αγιάτρευτης σήψης και παρασιτισμού πρέπει να συνεχίσουμε να προχωράμε, να μη χάσουμε το βηματισμό μας καθώς το 2014 αργοκυλά … Προσπαθώντας να συνηθίσουμε να γράφουμε το 14 καθώς μηχανικά από συνήθεια μνημονεύουμε το 13, όπως τότε στο σχολείο… Θυμάσαι που πάντα τις πρώτες μέρες του Γενάρη μπερδευόμασταν πάντα να εγγράψουμε τον νέο χρόνο και ο δάσκαλος κάθε πρωί με κιμωλία χάρασσε μία-μία τις ημέρες του νέου έτους;

Ο καιρός τις τελευταίες δυο μέρες καλοσύνεψε και απολαμβάνουμε μια σχετική καλοκαιρία.  Έφτασαν λοιπόν και οι «Αλκυονίδες ημέρες», μια καλοκαιρινή παρεμβολή μέσα στην καρδιά του χειμώνα…  Αποφάσισα έτσι να εκμεταλλευτώ τον ήλιο και να περιδιαβώ τους δρόμους της πόλης. Ο ήλιος του χειμώνα, άλλωστε, είναι απόκοσμα μαγικός. Στη περιδιάβαση μου χωρίς προορισμό, κοντοστάθηκα λίγο.  Σκέφτηκα «Πού πάω; Έχω προετοιμαστεί;»  Τότε αίφνης μια κατάφαση διαδέχτηκε τα ερωτήματά μου. «Ο χρόνος άλλαξε» . Σε κάθε αλλαγή αναγκαζόμαστε να έρθουμε αντιμέτωποι με τον εαυτό μας, να μετρήσουμε τις δυνάμεις μας και να προχωρήσουμε. Έτσι λοιπόν προχώρησα. Χωρίς δισταγμό και δεύτερη σκέψη, ενέτεινα το βηματισμό. 

«Απαγορεύεται να κάνεις πίσω» μου ψιθύρισε μια φωνή μέσα μου. Το «μπρος-πίσω» είναι εξ ορισμού λάθος. Ανακόπτει την πορεία, εμποδίζει την εξέλιξη, κάνει τη ζωή δύσκολη. Μπροστά! Μόνο μπροστά! Με σύνεση, αυτογνωσία και φυσικά με σεβασμό για ό,τι και όποιους αφήνουμε πίσω.
Βαδίζουμε σε ευθείες πεπατημένες και όχι σκιώδεις παραισθητικές αρτηρίες του πνεύματος. Όλοι, οι έχοντες κοινό νου, γνωρίζουμε πολύ καλά τα κακώς κείμενα, αλλά βαυκαλιζόμαστε με το να επιρρίπτουμε αλλού τις ευθύνες. Μας φταίνε όλα και όλοι οι άλλοι.  Σε περίοδο πρωτοφανούς εσωτερικής κρίσης και σήψης αρχών και αξιών θα πρέπει να αντιληφθούμε επιτέλους  ότι η λύση είναι πολύ απλή και πρέπει να δοθεί πρώτα από τον καθένα μας . Μέσα σε ορισμένους σιγοκαίει η οργή. Αλλά δεν βρίσκει ρυάκια να κυλήσει. Τα έχουν κλείσει οι λάσπες της εμπειρίας. Το μεγάλωμα του εγωισμού παράλληλα με την περιρρέουσα εξοργιστική επιδειξιομανία. Η πλήξη και ο κυνισμός. Η οργή γίνεται γκρίνια και ο άνεμος της αλλαγής γίνεται χνώτο δύσπνοιας.

Είναι αναγκαίο να υπάρξουν καινούργιες αξίες. Αν κάτι χρειάζεται η μετέωρη εποχή μας, είναι να ξαναπιάσουμε το νήμα της συζήτησης για την πολιτική από την αρχή. Όχι πάνω σε αφηρημένες έννοιες και αοριστολογίες, αλλά με στόχο να γίνει η πολιτική σκέψη το περιτύλιγμα του καθημερινού προβλήματος του πολίτη.
Το να απαιτούμε βέβαια από τον πολιτικό κόσμο της χώρας να αναδείξει πολιτικές αξίες είναι μάταιο έως και αφελές.
Πρέπει να επιστρέψει η πολιτική. Φτάνει πια με τις ανακρίσεις από τα τηλεπαράθυρα. Δημοσιογράφοι με ύφος εισαγγελέα, είναι οι ίδιοι που λιβάνιζαν προηγούμενες καταστάσεις και τώρα εξανίστανται δήθεν.  
Φτάνει πια με την εξαχρείωση του δημόσιου βίου. Πρέπει να επιστρέψει η πολιτική. Ως ουσία φυσικά, όχι ως αντιπερισπασμός στα χυδαία εικοσιτετράωρα που διανύει η χώρα. Πρέπει να μπει ένα τέλος στην κοινωνική χειραγώγηση, τη συλλογική υποκρισία, την τυφλή υπακοή σ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής, την αιχμαλωσία σ’ ένα σύστημα που ποδοπατά τις ανθρώπινες ανάγκες κι αφήνει πίσω του ψυχικά ράκη.
Χρειάζεται να μιλήσουμε, επιτέλους, με σοβαρότητα για τα προβλήματα και τα ελλείμματα μας. Φθίνουμε ως κοινωνία. «Πεθαίνουμε ως Χώρα». Είμαστε σχεδόν οριστικά καθηλωμένοι στο «βαθύ χθες». Θέση μας στον παγκόσμιο χάρτη του αύριο δε φαίνεται να υπάρχει.

Όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού ταλαντεύονται ανάμεσα στην αδιαφορία, στην απελπισία, στην προσωπική ελπίδα ή τον κυνισμό ότι οι λύσεις στα αδιέξοδά τους είναι ατομικές. Ό,τι προσδοκούμε αφορά μόνο τον εαυτό μας, «είμαστε» η επιτυχία και η αποτυχία μας.
Ναι, αυτή η εξίσωση δίνει εξαιρετικά παραδείγματα μονάδων ή ομάδων που προκόβουν διακριτικά μακριά από τα κανιβαλιστικά φώτα της κεντρικής σκηνής. Αλλά για τους υπόλοιπους είναι καταδίκη στη στασιμότητα ή στη διαφθορά.

Ένα αίσθημα ασφυξίας μοιάζει να διακατέχει το πλήθος, ένα υπόγειο αίτημα για φυγή προς τα μπροστά, για «καλύτερα όνειρα». Ας πιστέψουμε –έστω και ως αντίσταση στην ώχρα των ημερών-ότι η Ιστορία δεν θα γραφτεί ερήμην μας.
Όσο οι άφθαρτοι, οι έλλογοι, οι έντιμοι, οι πολλοί σιωπούν, τόσο τον τόνο θα δίνουν οι λίγοι φαύλοι, τόσο περισσότερο θα κυριαρχούν οι «φελλοί», εκβιαστές και σπιούνοι. Υπάρχει λοιπόν και μια άλλη Ελλάδα, πλην της επαρχίας των Αθηνών, μια Ελλάδα που αγωνίζεται και μοχθεί στις ακριτικές Καστανιές και τα Ρίζια του Έβρου έως την άκρη της Μέσα Μάνης και το ακρωτήρι Ταίναρο αλλά και από τα Διαπόντια νησιά μέχρι και τη Σύμη.
Πρέπει κάποτε να βρουν την τόλμη να μιλήσουν, να βγουν μπροστά, να διαδηλώσουν αυτό που είναι και αυτό που ποθούν. Να σπρώξουν τον τόπο προς το μέλλον. Όσο σιωπούμε, αυτοί οι λίγοι θα μαγαρίζουν τον δημόσιο χώρο, θα κλέβουν το μέλλον. Το δικό μας μέλλον. Δεν τους ανήκει.

*Υστερόγραφο:΅
(από το παρακάτω ποίημα επηρεασμένος ο τίτλος του κειμένου)
"Επίκαιροι αμίλητοι" του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι

Την ώρα που αεροκοπανάνε οι άρχοντες
περί δημοκρατικής τάξης,
ανάμεσά μας οι αμίλητοι ζούνε.
Κι όσο σαν δούλοι εμείς μένουμε σιωπηλοί,
οι ηγεμόνες δυναμώνουν,
ξεσκίζουν, βιάζουν, ληστεύουν,
των ανυπόταχτων τα μούτρα τσαλακώνουν.
Ετούτων των αμίλητων το πετσί,
περίεργα θα ’λεγες είναι φτιαγμένο.
Τους φτύνουνε καταπρόσωπο
κι αυτοί σκουπίζουνε σιωπηλά το πρόσωπο το φτυμένο.
Να αγριέψουνε δεν το λέει η ψυχούλα τους,
και που το παράπονό τους να πούνε;
Απ’ του μισθού τα ψίχουλα, πώς να αποχωριστούνε;
Μισή ώρα, κι αν, βαστάει το κόχλασμά τους,
μετά αρχινάνε το τρεμούλιασμά τους.
Ει! Ξυπνήστε κοιμισμένοι!
Από την κορυφή ως τα νύχια ξεσκεπάστε τους,
άλλο δε μας μένει.


Μπάμπης Καλπάνης
Δημοσιεύτηκε στην Κ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου