Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Η ιστορία του Mohamed … Από τις νάρκες του Έβρου, στον πάτο του Αιγαίου

«Δώδεκα άνθρωποι, εννέα παιδιά και τρεις γυναίκες έχασαν τη ζωή τους όταν το σκάφος στο οποίο επέβαιναν αναποδογύρισε κατά τη διάρκεια της ρυμούλκησης από το λιμενικό ανοιχτά του Φαρμακονησίου. Οι σοροί μιας γυναίκας και ενός παιδιού εντοπίστηκαν στα τουρκικά παράλια. Το λιμενικό περισυνέλεξε συνολικά δεκαέξι άτομα».

Την παραπάνω είδηση άκουσε ο Mohamed από το τρανζιστοράκι που είχε ανοίξει εκείνο το πρωί ο φρουρός στο Κέντρο Φιλοξενίας Μεταναστών Κομοτηνής. Τον είχε καλέσει στην είσοδο για να περιμένει τον οδηγό του εφοδιασμού. Ο Mohamed είχε δείξει καλή διαγωγή και το γεγονός αυτό του είχε εξασφαλίσει το προνόμιο να τον αποκαλούν «βοηθό» οι αστυνομικοί του κέντρου. Τον είχαν ορίσει υπεύθυνο για ό,τι συνέβαινε καθώς τους βοηθούσε στη συνεννόηση με τους άλλους συγκρατούμενους του. Ήταν με λίγα λόγια ο μεσολαβητής τους. Αυτό που απολάμβανε κυρίως ο Mohamed ήταν οι μέρες που ερχόταν ο οδηγός για να βγουν να κάνουν τα ψώνια τους. Όσοι χρειαζόταν κάτι από έξω, έδιναν χρήματα στον ίδιο κι εκείνος με συνοδεία δυο αστυνομικών, του οδηγού και του βοηθού, έβγαιναν στην αγορά για να τα προμηθευτούν.

« Οι επιζώντες είναι υπήκοοι αφγανικής και συριακής καταγωγής-μεταξύ των οποίων μια νεαρή γυναίκα, το ενός έτους βρέφος της και τέσσερις ακόμη ανήλικοι», έφερνε συνέχεια στο νου του, την είδηση που είχε ακούσει πριν λίγο στο τρανζιστοράκι.
Το τρανζιστοράκι, που λίγες μέρες πριν κατάφερε να αναστατώσει τη φιλήσυχη πόλη της Κομοτηνής. Ήταν νωρίς το μεσημέρι όταν τα ΕΛΤΑ της πόλης σήμαναν συναγερμό για ένα ύποπτο δέμα που έφτασε από την Αθήνα με αποδέκτη κρατούμενο μετανάστη στο κέντρο της Σχολής Αστυφυλάκων. Ο λόγος που έσπειραν τον πανικό ήταν ότι από το εσωτερικού του δέματος, ακουγόταν ένας περίεργος θόρυβος σαν ανεμιστήρας! Έκτοτε ξεκίνησε η περιπέτεια με τον αποκλεισμό της Οδού Παρασίου για έξι ώρες μέχρι που ειδικός πυροτεχνουργός από τη Διεύθυνση Εξουδετέρωσης εκρηκτικών μηχανισμών Θεσσαλονίκης μετέβη στην Κομοτηνή και εξέτασε το ύποπτο δέμα. Από την εξέταση διαπιστώθηκε πως ο θόρυβος που προκάλεσε τον «συναγερμό» οφειλόταν σ’ ένα ραδιοφωνάκι που περιείχε το δέμα μαζί με είδη διατροφής.  Έπειτα η ζωή στην πόλη επανήλθε στους κανονικούς ρυθμούς της… Η αλήθεια είναι ότι δεν προκλήθηκε ιδιαίτερη αναστάτωση καθώς ο κόσμος ακόμη και τις «δύσκολες» εκείνες ώρες της εξέτασης του δέματος, συνέχιζε απτόητος τις αγορές του στα μαγαζιά πέριξ της «επικίνδυνης» περιοχής του κέντρου. Το «ύποπτο» τρανζιστοράκι δε δόθηκε δυστυχώς στον παραλήπτη του αλλά ο ήχος του σκορπίζεται στους διαδρόμους του κέντρου κράτησης.

«Δυο μόνο εντοπίστηκαν. Οι υπόλοιποι δέκα χάθηκαν στα κύματα του Αιγαίου. Όπως τον περασμένο Νοέμβριο άλλοι δώδεκα ανοιχτά της Λευκάδας. Όπως ο αδερφός μου, ο Ismail, χάθηκε πριν χρόνια στα παγωμένα νερά του Έβρου», σκέφτηκε κι ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο του. «Mohamed φεύγουμε!», η φωνή του οδηγού που τον καλούσε, διέκοψε προσωρινά τις μαύρες σκέψεις του. Σκούπισε κρυφά το πρόσωπο του και έσπευσε να ακολουθήσει τον οδηγό για τα καθιερωμένα ψώνια και την επαφή με τον έξω κόσμο…

Το όνομα μου είναι Mohamed.
Το χωριό μου βρίσκεται στην περιοχή Αλινγκάρ στο ανατολικό Αφγανιστάν. Πριν λίγες μέρες μάλιστα, έγινε γνωστό καθώς ένοπλοι πυροβόλησαν και σκότωσαν πέντε μαθητές που έπαιζαν με την μπάλα. Μάλλον δε θα τη διαβάσατε αυτή την είδηση, ζήτημα αν γράφτηκαν δυο λέξεις για το συμβάν. Κι εμένα μου το μεταφέρανε. Ένας δικός μας μίλησε με κάποιους συμπατριώτες μας που είναι στην Αθήνα. Δυστυχώς τα κακά μαντάτα γίνονται γρήγορα γνωστά. Κάθε μέρα όλο και κάποιο άσχημο νέο θα φτάσει στα αυτιά μας. «Μέλη της ένοπλης αντιπολίτευσης», είπαν πως το έκαναν καθώς οι εχθροί του Αφγανιστάν δε μπορούν να ανεχθούν τα σπορ οπότε καταφεύγουν σε άνανδρες επιθέσεις.
Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν το 2001 ξεκίνησε μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Αυτό όλοι θα το γνωρίζετε. Η αποστολή δυνάμεων του ΝΑΤΟ σηματοδότησαν τον αμερικανικό «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία» που διαρκεί εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία. Το χρονοδιάγραμμα όπως ακούγεται, θέλει τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ να έχουν αποσυρθεί από τη χώρα μας ως το τέλος του 2014. Δεν ξέρω πραγματικά εάν τότε επιδεινωθεί η κατάσταση της ασφάλειας της χώρας λόγω μιας πιθανής αναζωπύρωσης του εμφυλίου μεταξύ των Ταλιμπάν και των αφγανικών κυβερνητικών δυνάμεων. Αυτό που με σιγουριά ξέρω είναι ότι όλοι μας στη χώρα μου έχουμε μάθει να ζούμε με το θάνατο.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε ένα κλίμα ανασφάλειας και φόβου και δεν είχα κανένα μέλλον στη χώρα αυτή, καθώς κινδύνευε η ζωή μου.
Αποφασίσαμε έτσι, με τον μεγαλύτερο αδερφό μου να το σκάσουμε. Δεν αντέχαμε άλλο. Για έναν χρόνο κρυβόμασταν τις μέρες και περπατάγαμε ασταμάτητα τις νύχτες. Δεν ήταν εύκολο. Είχαμε όμως πίστη.  Τα καταφέραμε να φτάσουμε στην Τουρκία. Εκεί μας πήρε καιρό να συνεννοηθούμε για να περάσουμε στην Ελλάδα . Στόχος μας να περάσουμε έπειτα στην Ιταλία και μετά ακόμα πιο βόρεια. Στην Τουρκία συναντήσαμε κι άλλους ανθρώπους σαν κι εμάς που είχαν έρθει από τη Σομαλία, το Ιράκ και τη Συρία. Κάποιοι, που αργότερα μάθαμε πως του λένε «λαθροδιακινητές», μας υποσχέθηκαν ότι αν τους δίναμε 2000 δολάρια ο καθένας μας , θα μας περνούσαν με βάρκα στην Ελλάδα και από εκεί θα μας μετέφεραν στην Αθήνα, όπου από εκεί η διαφυγή μας θα ήταν πλέον εύκολη στην Ευρώπη.
Φτάσαμε με βάρκα στον Έβρο. Όπως αυτή την άτυχη βάρκα στο Φαρμακονήσι. Ήταν χειμώνας. Είχε τσουχτερό κρύο θυμάμαι. Τα νερά του ποταμού ήταν βρώμικα και ορμητικά. Ήμασταν σαράντα ψυχές πάνω σε μια φουσκωτή ψεύτικη βάρκα. Φοβόμουν ότι θα βουλιάξουμε. Λίγο πριν φτάσουμε ακούσαμε πυροβολισμούς. Δεν προλάβαμε. Μέσα στον πανικό μας επειδή μας εντόπισε η αστυνομία πολλοί από εμάς, πέσαμε στα κρύα νερά του ποταμού. Εγώ σώθηκα. Μας τράβηξαν έξω μετά από ώρες προσπαθειών. Δεν τους βρήκαν όλους. Ζήτημα να σώθηκαν οι μισοί γιατί κανείς δεν ήξερε κολύμπι. Μαζί τους πνίγηκε και ο αδερφός μου. Βούλιαξε στον υγρό του τάφο. Τον εντόπισαν μετά από μέρες μαζί με κάποιους άλλους. Τα πτώματα τους ξεβράστηκαν μετά από καιρό στην ελληνική όχθη, στην Ορεστιάδα. Έπειτα έμαθα πως τον έθαψαν πάνω από τα βουνά του Σουφλίου, στο Σιδερό όπου υπάρχουν τάφοι μεταναστών.
Η μέρα σήμερα είναι ανοιξιάτικη. Καθώς επέστρεφαν από τα ψώνια και πάλι πίσω στο Κέντρο με το φορτηγάκι, ο Mohamed είχε κολλημένο το πρόσωπό του στο παράθυρο και παρατηρούσε τον ήλιο ελπίζοντας για ένα καλύτερο μέλλον.
«Εδώ στο νότο ο ήλιος τυφλώνει τους ανθρώπους και δε βλέπουν με την καρδιά τους. Ίσως πιο βόρεια να είναι καλύτερα τα πράγματα. Ίσως αν βρούμε λιγότερο ήλιο  να μας υποδεχτούν καλύτερα», σκέφτονταν καθώς τις τελευταίες αχτίνες του ήλιου τώρα σκέπαζαν σύννεφα μαύρα όπως η ψυχολογία του.
Από την πρώτη στιγμή περιμέναμε να φτάσουμε στην Ελλάδα,  όπου θεωρούσαμε ότι θα είναι όλα αγγελικά πλασμένα. Όνειρο μας να βρούμε έναν τόπο να μας αγκαλιάσει. Μια νέα πατρίδα. Φύγαμε από τον πόλεμο του Αφγανιστάν και ήρθαμε στον πόλεμο της Ελλάδας…
Ο πόλεμος της Ελλάδας είναι χειρότερος. Στο Αφγανιστάν τρως μια σφαίρα, πέφτει μια βόμβα και πεθαίνεις μια φορά. Στην Ελλάδας πεθαίνεις συνέχεια. Στην Ελλάδα πεθαίνεις κάθε μέρα.
Καθώς έφτασαν πίσω στο Κέντρο, αντίκρισαν δυο κρατούμενους που είχαν σκαρφαλώσει στην σκεπή του κτιρίου, διαμαρτυρόμενοι διότι θα πρέπει να τους αντιμετωπίζουν σαν ανήλικους και να έχουν διαφορετικές συνθήκες κράτησης. Δυο 19χρονοι Τυνήσιοι, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να κατέβουν από τη σκεπή, έπεσαν από ύψος 4 μέτρων και τραυματίσθηκαν. «Ευτυχώς ελαφρά», όπως μας μετέφεραν αργότερα καθώς διακομίστηκαν στο νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης για εξετάσεις και νοσηλεία.
Αφού ξεφορτώσαμε τα πράγματα, ήθελα να μείνω λίγο ακόμη έξω για  να αγναντέψω τον ουρανό. Ζήτησα να μ’ αφήσουν άλλα πέντε λεπτέ, τι ψυχή έχουν; Τελικά δε μ’ άφησαν και έφαγα και ξύλο κι από πάνω…
Μπήκε μέσα τότε και κούρνιασε σε μια γωνία. Δεν είχε όρεξη να μιλήσει με κανέναν. Στο μυαλό του ερχόταν συνέχεια εικόνες από το παρελθόν. Με τις πρώτες μέρες σε μια άλλη χώρα. Σε μια ξένη χώρα. Με τα βάσανα, τις κακουχίες, τις αγωνίες, τους αγώνες και τα όνειρά που είχε.
Τον πρώτο καιρό ήταν χειρότερα τα πράγματα… Μας κλείσανε σ’ ένα μικρό και βρώμικο κτίριο. Σαν φυλακή. «Κέντρο Υποδοχής Μεταναστών» μάθαμε αργότερα πως το λέγανε. Σ’ ένα δωμάτιο ζούσαμε 300 άτομα, ο ένας πάνω στον άλλον και μοιραζόμασταν μια τουαλέτα. Πέρασα από πολλά Κέντρα. Τα γύρισα όλα σχεδόν του Έβρου. Φυλάκιο, Τυχερό, Φέρες , Σουφλί. Μας φυλακίζουν λες και είμαστε κατάδικοι. Σε πολλά κέντρα οι συνθήκες ήταν άθλιες. Οι περισσότεροι ήμασταν άρρωστοι συνεχώς. Για διάστημα 3 μηνών δεν είδα το φως του ήλιου και δεν μ’ άφηναν να πάρω τηλέφωνο. Περιμέναμε κάποιον να έρθει να μας μιλήσει. Κάποιον να μας βοηθήσει. Κάποιον να μας σώσει.
Μετά από 6 μήνες μου έδωσαν ένα χαρτί για να παραμείνω. Κατάφερα να φτάσω στην Αθήνα όπου από εκεί βρίσκοντας άλλους συμπατριώτες μου οργανώναμε το ταξίδι της φυγής μας στη Δύση.
Στην Αθήνα βιώσαμε τον ρατσισμό. Γιατί; Τι φταίξαμε; Άνθρωποι είμαστε. Τα ρούχα ή το χρώμα κάνουν τον άνθρωπο; Στο δρόμο όλοι μας κοιτούν περίεργα. Όλοι αποστρέφουν το βλέμμα τους. Νιώθω ότι μας φοβούνται. Γιατί; Τι τους κάναμε; Για ό,τι γίνεται κατηγορούν εμάς. Δε γεννήθηκε κανείς κλέφτης. Η κατάσταση και οι δυσκολίες κάνουνε τους ανθρώπους κλέφτες. Δεν είμαστε εγκληματίες. Εκτός κι εάν θεωρείτε έγκλημα το ότι θέλαμε να ξεφύγουμε από τον πόλεμο που μαστίζει τη χώρα μας.
Μια μέρα ενώ περπάταγα στο δρόμο κάποιος με έφτυσε. Αργότερα έμαθα ότι ήταν της Χρυσής Αυγής. Στην Ελλάδα έμαθα τη λέξη φασισμός. Φοβόμασταν να κυκλοφορήσουμε έξω στους δρόμους. Μια φορά μας κυνήγησαν με ξύλα. Ρατσιστές τους είπαν. Έφαγα ξύλο για να προστατεύσω ένα μικρό παιδί από τη Συρία. Του είπα να τρέξει μακριά.
Η αστυνομία μας έκανε συνέχεια έλεγχο. Κάθε φορά που συναντούσαμε αστυνομικούς στο δρόμο μας έψαχναν παντού. Την τελευταία φορά μας πιάσανε χωρίς να μας πουν το λόγο. Πολύ αργότερα μάθαμε ότι η κράτηση μας θα ήταν 18μηνη για παραδειγματισμό. Παραδειγματισμό γιατί; Τι κάναμε;
Από την πρώτη στιγμή της άφιξής μου στην Ελλάδα, προσπάθησα ανεπιτυχώς να υποβάλλω αίτημα ασύλου. Λόγω της κοσμοσυρροής που παρατηρείται στα ελάχιστα αρμόδια τμήματα παραλαβής αιτημάτων ασύλου και παρά τη ρητή διατύπωση της νομοθεσίας δεν μπόρεσα να αιτηθώ ασύλου, καθώς, ως γνωστόν, στην πράξη η απόλαυση αυτού του δικαιώματος είναι κυριολεκτικά θέμα τύχης! Δεν είναι τυχαίο ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων, λόγω των δυσλειτουργιών του ελληνικού συστήματος ασύλου, ο ασφαλέστερος τρόπος να υποβληθεί αίτημα είναι σε καθεστώς απέλασης ή κράτησης (!)
Πέρασαν έξι χειμώνες από τότε… Σήμερα, παραμένοντας ακόμη χωρίς χαρτιά, κρατούμαι προς απέλαση. Δε μπορώ να πάω πουθενά. Πουθενά. Είμαι φυλακισμένος.
«Χάθηκαν δώδεκα ζωές στα χωρικά ύδατα μιας ευρωπαϊκής χώρας που προεδρεύει κιόλας της Ευρωπαϊκής Ένωσης» άκουσε τη φωνή του σχολιαστή στο τρανζιστοράκι, ο οποίος έσπευσε βιαστικά να περάσει «σε άλλες ειδήσεις» όπως ανέφερε… «Τι άλλο συμβαίνει στον κόσμο»,  αναρωτήθηκε και τέντωσε πάλι τα’ αυτιά του:  «ανοησίες χαρακτηρίζονται οι πληροφορίες ότι η Τριεβελέρ τα έκανε γυαλιά καρφιά στο γραφείο του Ολάντ επισημαίνουν γαλλικές εφημερίδες»… Κούνησε το κεφάλι του, «δώδεκα ακόμη άνθρωποι και πόσοι άλλοι άραγε αύριο…» σκέφτηκε πριν ξεκινήσει τις αγγαρείες της ημέρας.

Μπάμπης Καλπάνης
Δημοσιεύτηκε στην Κ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου