Σάββατο 5 Ιουλίου 2014

Κομοτηνή: πάμε σαν άλλοτε…

Αποχωρισμοί και Εορτασμοί. Μνήμη και Νοσταλγία. 
Το κρυπτογράφημα μιας πόλης.
Για την Κομοτηνή των φοιτητικών μας χρόνων…


Ξημερώνει η τελευταία νύχτα του Ιούνη. Τελευταίο σαββατοκύριακο του μήνα και γίνεται το έλα να δεις. Ατελείωτο πηγαινέλα στους δρόμους. Τι έχουν έρθει όλοι αυτοί οι άνθρωποι να κάνουν εδώ; Τι ψάχνουν να βρουν; Πως αλλάζει ο αέρας της πόλης;
Η Κομοτηνή τις τελευταίες μέρες «διώχνει» και τους τελευταίους φοιτητές της… Από τη μία οι ορκωμοσίες και από την άλλη τα reunion. Εορτασμοί και χαρές. Καλωσορίσματα και αποχωρισμοί.  Ανάμεικτα συναισθήματα παντού.  Βαλίτσες πάνε και έρχονται. Μετακομίσεις. Μεταφορικές. Κούτες αμπαλαρισμένες. Προσοχή εύθραυστον! Οι αγκαλιές ανοίγουν και κλείνουν σφιχτά και τα πρώτα δάκρυα κυλούν… Τα «κλικ» προσπαθούν να αποτυπώσουν τη στιγμή και να παγώσουν λίγο τον χρόνο…
Το ρολόι της Κομοτηνής γύρισε για λίγο πίσω,  στα πρώτα χρόνια λειτουργίας της Νομικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης. Με αφορμή την συμπλήρωση σαράντα χρόνων από την εγγραφή των πρώτων φοιτητών ,η Κομοτηνή έγινε για μια ακόμη φορά σταθμός και υποδέχτηκε εκείνους που επέστρεψαν για λίγο πίσω στα αμφιθέατρα του Δ.Π.Θ. Ο χρόνος γύρισε στο 1974. Το σκηνικό της πόλης στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης –μετά τη δύσκολη επταετία-με την ίδρυση της νομικής αλλάζει. Οι πρώτοι φοιτητές καταφτάνουν και η παρουσία τους προκαλεί αναστάτωση στην πόλη. Προσφέρουν ζωντάνια και παλμό στην πόλη και κάνουν αισθητή την παρουσία τους παντού: το πρώτο φοιτητικό κίνημα, οι πρώτες διαδηλώσεις και πορείες με πανό και πλακάτ.

Λες και ήταν χθες... Οι φοιτητές της δεκαετίας του ΄70 εορτάζοντας τα 40χρονα της Νομικής,  πραγματοποίησαν και πάλι πορεία στους δρόμους της Κομοτηνής... Οι κάτοικοι έκπληκτοι βγήκαν στα μπαλκόνια τους και χειροκροτούσαν τις πρώτες φουρνιές φοιτητών που στελέχωσαν το ακριτικό πανεπιστήμιο... Ένα deja vu εκείνης της περιόδου ξετυλιγόταν μπροστά τους σαν ανατολίτικο χαλί. Αναζητώντας  τις αίθουσες και τα έδρανα, τα παλιά τους σπίτια σε νέες γειτονιές και δρόμους που τι κι αν άλλαξαν από τότε , εκείνοι έδειχναν να ξέρουν να τους περπατούν με κλειστά μάτια.

Σαν ταινία, όλα είναι όπως παλιά, κι εμείς ξανά πίσω στο ταξίδι του χρόνου.
Κομοτηνή σαν άλλοτε… Σε χρόνο παρελθοντικό…

Που πηγαίνουν όταν φεύγουν τα χρόνια; Που άραγε κουρνιάζουν;
Αυτές οι μέρες, αυτοί οι κύκλοι που κλείνουν έχουν μια απέραντη μελαγχολία. Χαρά και θλίψη για τις στιγμές που πέρασαν. Μάλλον γιατί οι πόλεις  σαν δεύτερες μάνες μας μεγαλώνουν. Η μετάβαση από την εφηβεία στην ενήλικη ζωή συντελείται στην πόλη των φοιτητικών μας χρόνων. Η  συμβίωση με συγκατοίκους και η συνύπαρξη στις αίθουσες… Οι σχέσεις έχουν ονόματα και κουβαλούν μνήμες νοσταλγικές.

Είναι βραδιές που η μνήμη επιστρέφει. Όταν όλα επιστρέφουν στην αλλοτινή τους διάσταση.
Στα παλιά σημάδια, στους ήχους από τα βήματα στα καλντερίμια... Όπως εκείνες τις αξέχαστες και ατέλειωτες βραδιές στην Αμπέλων, στη Μαγνησίας, στην Πλαστήρα, στην Καρόλου Κουν και την Αθανασίου Διάκου, στην Αινείου και στην Ύδρας, στα αδιέξοδα της Ορφέως και στην Αδριανουπόλεως κι από εκεί στην Ελλησπόντου στον σιδηροδρομικό σταθμό και την Μεγάλου Αλεξάνδρου στη Στρατώνα
Αμέτρητες συζητήσεις, αναπολήσεις, προβληματισμοί, αλλά και τσακωμοί. Δυνατές φιλίες, μεγάλοι έρωτες. Σχέδια και στόχοι. Στιγμές άρρηκτα δεμένες με χαρές, λύπες, πόνους, αγωνίες ξενύχτια, γέλια, γλέντια, μεθύσια, καημούς, ανία, πλήξη, πίκρα, αισιοδοξία, καλωσορίσματα και αποχαιρετισμούς.
Αυτό το σφίξιμο στο στομάχι πάντα θα το νιώθω. Κάθε που περνώ από μια γειτονιά που ‘ χει γράψει ιστορία εντός μου στην ασύμμετρη γεωγραφία της πόλης, σε κάποιο από εκείνα τα φοιτητικά σπίτια που τώρα ποιος άραγε τα κατοικεί…
Νυχτώνει. Κι εγώ, πάλι στα ίδια σοκάκια. Ξανά στης πόλης τα παράξενα ποιήματα.

Που κρύφτηκαν τα χρόνια; Τι παράξενο παιχνίδι παίζουν μαζί μας ;
Σε ποια γωνιά της πόλης άραγε να τ’ αφήσαμε; Σε ποιο ανήλιαγο πλακόστρωτο παράπεσαν; Σε ποιο δρομάκι, ποιο στενό; Στη δροσιά του σιντριβανιού της πλατείας ή στην σκιά κάποιου πλάτανου; Ίσως στο πάρκο το παλιό τότε που μαζευόμασταν και πάνω απ’ τα κεφάλια μας σε ίσες αποστάσεις φώτιζαν αχνά τον τόπο κίτρινα ολοστρόγγυλα φεγγάρια… Ή μήπως στις σιωπές των αγαλμάτων της πόλης; Τότε που δίναμε ραντεβού κάτω από το συνωμοτικό βλέμμα των προτομών του Στίλπωνα Κυριακίδη και του Γεώργιου Βιζυηνού…

Πότε αποχαιρετάς μια πόλη; Την αποχαιρετάς μέχρι να την ξανασυναντήσεις σε παλιές φωτογραφίες, σημειώσεις, καρτ ποστάλ και memorabilia, τηλεφωνήματα αναπάντεχα από παλιούς φίλους...

Ο Χρόνος τα έσβησε όλα;
Σκόρπια ονόματα, μυρωδιές, αφίσες, άδεια μπουκάλια, κιτρινισμένα χαρτάκια,  όλα γίνηκαν σκόνη στο παλιό μας φοιτητικό μπαούλο… Χώροι φορτισμένοι με μνήμες που κληροδότησαν με φυσικότητα στους επόμενους, εμπλουτίζοντας και συνεχίζοντας το αστικό αφήγημα. Οι κλεφτές ματιές της πλατείας, η θλίψη της εστίας, ο θόρυβος στα πλακόστρωτα, οι σιωπές…
Τα χρόνια τα χαμένα ζωντανεύουν, όταν σε κοιτώ. Κι η πλατεία μοιάζει με φωτισμένη πίστα απογείωσης. Νιώθω ότι αν πάρω φόρα θα πετάξω και θα προσγειωθώ στην μεγάλη αγκαλιά σου.

«Τη ζωή πρέπει να τη ζούμε προς τα μπρος, αλλά μπορούμε να την καταλάβουμε μόνο προς τα πίσω»;
Ξαπλωμένος στο κρεβάτι, ανάβω τσιγάρο συνεχίζοντας την αναπόληση… Ένα τσιγάρο για τα χαμένα χρόνια στα υγρά σοκάκια. Τους πικρούς αποχωρισμούς στον σταθμό του ΚΤΕΛ. Τα βουρκωμένα απογεύματα στα τρένα.
Έξω αχνοφέγγει η Ροδόπη. Οι πρώτοι ήχοι της πόλης. Αργά σκουντουφλά κι αυτή η μέρα, ξετυλίγεται. Το πρωινό ραχάτι στο κρεβάτι. Η υγρασία και το βαρύ κλίμα δεν σ’ αφήνουν να αποχωριστείς το κρεβάτι. «Τους καλύτερους ύπνους τους έκανα στην Κομοτηνή» μου είχες πει κάποτε… Θυμάσαι;

Όσο κι αν τριγυρνάς, δεν απαλύνεται η ερημιά.
Αιχμαλωτισμένος απ’ την πόλη,  περπατώ τα ονόματά της ξανά: σιδηροδρομικός σταθμός, Παναγή Τσαλδάρη, Δημοτικό Στάδιο, Παλιά Νομική, Θερινό Αναψυκτήριο, ΙΚΑ, Πλάκα, Ρέμβη,  Πανθρακικό Στάδιο, Νέα Μοσυνούπολη και ΕΚΤΕΝΕΠΟΛ, Kosmopolis, Εγνατίας, ΡΕΞ, Φρούριο, Τσανάκλειος, Λέσχη Κομοτηναίων, Ιμαρέτ,  Εσκί Τζαμί, Βενιζέλου, Ερμού, Γενί Τζαμί, Πύργος του Ρολογιού, Σπαθί, Πάρκο Αγίας Παρασκευής, Ζυμβρακάκη και πίσω στην Λεωφόρο Ηρώων, Ταξιαρχία, Δικαστικό Μέγαρο, Εγνατίας (δις), Φιλιππουπόλεως, Μάστανλι, Στρατώνες, το μπαλκόνι της Νυμφαίας με το Θρακικό Πέλαγος και τον Ίσμαρο απέναντι.  Λέω τα ονόματα δυνατά. Τ’ ακούω αλλιώς τώρα, τελείως αλλιώς. Άλλη συγκίνηση, μακρινή.
Όπως παλιά που περνώντας έξω από γνώριμα φοιτητικά σπίτια, τα στέκια μας, ένιωθα να μας ξανά ακούω να γελάμε, να φωνάζουμε, να τραγουδάμε, να σκαρώνουμε σχέδια…
Η πόλη αυτή μοιάζει «μ’ εκείνα τα κρυπτογραφήματα στα οποία δεν ισχύουν όλα τα σύμβολα, γιατί κάποια έχουν χαθεί με την αχνή ανάμνηση ή τη δειλινή ανταύγεια της ανέκκλητης εξέλιξής της» όπως σημειώνει στις Μυθοπλασίες του ο Μπόρχες. .
Η Κομοτηνή, επομένως, έχει μνήμη και όπου υπάρχει μνήμη δεν υπάρχει τέλος. Η πόλη συνθέτει τη δική της ιστορία…
Μια ιστορία «σαν χτες»…  Στην Κομοτηνή της «καταγωγής» και την Κομοτηνή της «ψυχής»…
Η Κομοτηνή της ψυχής δεν βρίσκεται στον χάρτη. Είναι η ζωντανή μνήμη που καταστάλαξε μέσα μας, όταν απαλλαχτήκαμε από τις αναμνήσεις. Και την έχουμε πάντα μαζί μας.

«Και απ’ των καιρών τα χαλάσματα οι εποχές σαν φαντάσματα ανασαίνουνε μέσα απ’ το ίδιο το χώμα».
Οι στίχοι από την «Πόλη» που παίζει το ραδιόφωνο και η φωνή της Έλλης Πασπαλά με επαναφέρει στο τώρα… Σκεπτόμενος αυτή τη φορά μιαν άλλη πόλη, πιστή σαν τη σκιά μας, εκείνη του Καβάφη... 
Σαν τη σκιά σου, η πόλις θα σ’ ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς τους ίδιους.
Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλη αυτή θα φθάνεις…
«Σαν χτες»…
Καινούργιους τόπους δεν θα βρεις,
δεν θα’ βρεις άλλες θάλασσες…

Τις αποσκευές της δικής σου πόλης τις φέρεις πια εντός σου.
Έτσι προχωράς. Κι όπου σε βγάλει…


Μπάμπης Καλπάνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου