Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Street Art: Όταν η Κομοτηνή αποκτά χρώμα και άποψη

Ο Στάθης Γκεβρέκης έφερε την επανάσταση του χρώματος στους τοίχους της πόλης 


Ο Στάθης Γκεβρέκης είναι ένας νέος εικαστικός καλλιτέχνης, street artist που διαμορφώνει χώρους κι έχει μετατρέψει την Κομοτηνή σε μια υπαίθρια γκαλερί με έργα του στους τοίχους της.
Στις γωνιές του γκρίζου κέντρου της Κομοτηνής, σε τοίχους και σοκάκια που ο κόσμος προσπερνάει βιαστικά, εκεί τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει τη δική του «επανάσταση» του χρώματος κι έχει βάλει σκοπό να αναδείξει τη ψυχή της πόλης.
Τα έργα του είναι τόσο πολλά και διάσπαρτα που χρειάζεται να ψάξεις καλά για να τα βρεις. Ξεπροβάλουν μπροστά σου εκεί που δεν τα περιμένεις! Σε σημεία της πόλης που φωτίζουν το τοπίο και παρουσιάζουν ένα άλλο, πιο χαρούμενο πρόσωπο της Κομοτηνής. Αποτελούν μια τονωτική ένεση γεμάτη χρώμα, τόλμη και ζωή. Ο Στάθης δημιουργεί ολόκληρους κόσμους και ιστορίες και σε καλεί να χαθείς μέσα τους, να ξεχαστείς, να στοχαστείς.

Οι εικαστικές παρεμβάσεις του στους τοίχους, δίνουν μια δυναμική κι όλο ζωντάνια όψη στη γκρίζα, μονότονη ακόμη και λουστραρισμένη σαν ψεύτικη πόλη. Και μάλιστα σε μια ανοιχτή γκαλερί, όχι απλώς υπαίθρια, αλλά χωρίς εισιτήριο εισόδου.
Αντιμετωπίζει το αστικό τοπίο σαν καμβά ώστε να εκφράσει τις ανησυχίες του και  δεν έχει την ψευδαίσθηση πως θα γίνει ο κόσμος καλύτερος, αλλά πως θα φαίνεται καλύτερος. Κι αυτό θα το "απολαμβάνει" ο καθένας.
Σε μια εποχή που η τέχνη έχει γίνει business, που είναι μακριά από την αληθινή ζωή, κλεισμένη σε μουσεία και γκαλερί, που κοστίζει για τους μη προνομιούχους, έρχεται η νέα τάση της street art να ξαναθυμίσει πως η τέχνη είναι ελεύθερη, επικοινωνιακή κι ανοιχτή σε όλους.

Από τα μαθητικά μου χρόνια ζωγράφιζα συνέχεια. Τα περισσότερα σχέδια που έκανα από μικρός τα χρησιμοποιώ και ως σημαντικά στοιχεία για να παρακολουθώ την εξέλιξη μου. Φτάνεις σε κάποιο σημείο που νιώθεις μια χαοτική κατάσταση. Αναρωτιέσαι τί είναι αυτό και βλέπεις να ξεπηδάει μέσα από τον χαρακτήρα σου κάτι άλλο που, ίσως είναι ο ίδιος σου εαυτός. Προσπαθείς να το αντικατοπτρίσεις αλλά τελικά πάντα βρίσκεται μπροστά σου και έτσι κάνεις αυτή την ανασκόπηση στο μακρινό παρελθόν σου. Κοιτάς τι έκανες, τι και πως ζωγράφιζες, γιατί ζωγράφιζες έτσι. Παρατηρώ ότι τα περισσότερα από τα σχέδια μου ήταν γραμμικά και οδηγούμαι συνεχώς προς κάτι πιο γραμμικό αλλά παράλληλα και ελεύθερο σχεδιαστικά. Περνάς από διάφορα στάδια ώστε να καταλήξεις σ’ ένα ύφος, σε μια τεχνοτροπία. Πάντα όμως, αυτό σε ακολουθεί, δε μπορείς να ξεφύγεις απ’ αυτό.

Τι είναι αυτό που σε οδηγεί να ανακαλύψεις ότι έχεις όντως ταλέντο; Δε μπορείς να κρυφτείς από τον εαυτό σου. Το καταλαβαίνεις. Όλοι κάνουμε κάποια πράγματα που μας κάνουν να ξεφύγουμε είτε από το θυμό είτε θέλουμε να μας προκαλέσουν χαρά είτε να μας βγάλουν άλλα συναισθήματα. Εμένα αυτό μου το βγάζει μέχρι στιγμής η ζωγραφική. Αυτό με οδηγεί συνεχώς εκεί. Ενώ μπορεί να υπάρχει γύρω μου ένταση εγώ μπορώ να είμαι εκεί και να σχεδιάζω και να ζωγραφίζω ανενόχλητος.
Βρέθηκαν κάποιοι άνθρωποι που προσπάθησαν να με εμποδίσουν. Μόνο οι γονείς σου σε στηρίζουν. Ποτέ δεν μου φέρανε αντίρρηση σε τίποτα, ίσα ίσα επικρότησαν με μεγάλο ζήλο όλα αυτά που δημιουργώ έξω στο δρόμο. Στην οικογένεια μου υπήρχε το καλλιτεχνικό κλίμα και το ερέθισμα. Ο πατέρας μου κάνει αγιογραφίες ενώ η αδερφή μου είναι πιανίστρια.


Οι σπουδές μου στο Τμήμα Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων μου έδωσαν τις αφορμές για εσωτερική αναζήτηση, ενασχόληση με άλλες καλές τέχνες και την ιστορική τους υπόσταση. Με βοήθησαν πολύ στο να εξελιχθώ σ’ αυτό που κάνω. Ήμουν ο άνθρωπος που παρακολουθούσα όλες τις διδακτικές ώρες. Με βοήθησαν καθηγητές μου, όπως ο Χάρης Κοντοσφύρης και πήρα μέρος στη biennale στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης αλλά και στο φεστιβάλ εικαστικών τεχνών «Πεδίο Δράσης Κόδρα».

Ο πρώτος τοίχος που ζωγράφισα: ήταν κάτω από το σπίτι μου το 1996 όταν ήμουν στην πρώτη γυμνασίου.  Το πρώτο έργο μου ήταν το 2002 σ’ ένα κατάστημα. Ήταν η πρώτη μου δουλειά. Όμως η πρώτη μεγάλη επιφάνεια που ζωγράφισα ήταν στη δευτέρα δημοτικού. Είχα ζωγραφίσει με κιμωλία όλον τον πίνακα της σχολικής τάξης! Η δασκάλα το πήρε αρνητικά και το πέρασε αρνητικά και στη μητέρα μου. Τέτοιες εποχές τέτοια μυαλά.

Η επιστροφή στην Κομοτηνή ήταν συνειδητή επιλογή.  Αν πήγαινα κάπου άλλου δε θα έκανα κάτι τέτοιο. Εδώ είχα όλη την ελευθερία να πάω να ζωγραφίσω έξω ανενόχλητος πέρα από κάποιες μικρό συμπλοκές που υπήρξαν. Παρόλα αυτά η ανταπόκριση των ανθρώπων ήταν θετική επειδή πιστεύω ότι το τελικό αποτέλεσμα κάθε εικόνας είναι όσο το δυνατόν πιο ποιοτικό μπορώ. Η πόλη της Κομοτηνής είναι ένας ιδιωτικός και δημόσιος χώρος σχεδόν κενά εικαστικός αλλά και σχεδόν πλήρης για προσωπικά καλλιτεχνικά ερεθίσματα. Παρθένο μέρος και ισορροπημένο. Για τον καθένα που θέλει να κάνει οποιαδήποτε εργασία εδώ πέρα.

Οι περισσότεροι της γενιάς μας που δεν έχουν ακόμα κλείσει τα 30 ψάχνουν να δουν πώς θα φύγουν από τη χώρα και θα βρουν καταφύγιο αλλού. Όταν ακούω από τους συνομηλίκους μου ότι θέλουν να εγκαταλείψουν τη χώρα δεν συμφωνώ. Όσο και αν γυρίσουμε την πλάτη στο πρόβλημα, όσο και αν προσπαθήσουμε να το αποφύγουμε, στο τέλος θα μας προλάβει. Οι δυσκολίες υπάρχουν για να ξεπερνιούνται και να μας κάνουν να γινόμαστε πιο δυνατοί.
Ο μόνος λόγος για να φύγω είναι για να ταξιδέψω κάπου και να απορροφήσω νέες εικόνες. Μπορεί να ζωγραφίζω  για παράδειγμα έναν cowboy κι ένα καπέλο μεξικάνικο αλλά στην πραγματικότητα δεν έχω δει πως είναι να το φοράει κάποιος. Αυτή την πραγματικότητα θα ήθελα να αντικρίσω.

Στα εικαστικά και στην τέχνη της ζωγραφικής αυτά που μπορείς να έχεις από τη φύση είναι ότι βλέπεις τα πράγματα γύρω σου ισορροπημένα. Όταν νιώθεις ότι κάτι σ’ ενοχλεί, κάποιος που ασχολείται με τα καλλιτεχνικά έχει τη δυνατότητα να σου τα τοποθετήσει σωστά κι έτσι να σου εναρμονίσει τον περιβάλλοντα χώρο σου. Αυτό έχει να κάνει με την εντροπία.
Εντροπία είναι όταν υπάρχει απόλυτη συνοχή μέσα στο απόλυτο χάος και πόσο ακόμη αυτό να υπάρχει στη φύση. Βλέπεις δηλαδή, έναν ουρανό, από πίσω βλέπεις το background έχει ένα χρώμα σιέλ και όσο ανεβαίνουμε προς τα πάνω σκουραίνει, αυτό είναι η απόλυτη αρμονία. Το απόλυτο χάος συμβαίνει με τα σύννεφα. Πως αυτή η εντροπία συμβαίνει, σύννεφα και background κι εσύ τα βλέπεις ισορροπημένα; Αυτό είναι στη φύση, ένας καλλιτέχνης μπορεί αυτό να σου το πλάσει γιατί το έχει από τη φύση του.

Όταν ασχολείσαι με τα εικαστικά μπορείς να αντιλαμβάνεσαι την τρίτη διάσταση στον χώρο, τι σχέση του πραγματικού και του μη πραγματικού. Αυτές τις αντιλήψεις τις έχεις εσωτερικά αλλά θέλουν μεγάλη καλλιέργεια. Εσωτερικά έχεις κάποια ερεθίσματα αλλά όσον αφορά στο σχέδιο σου, τη χρήση του σχεδίου και του χρώματος, την αντίληψη του περιβάλλοντα χώρου, θέλει διαρκώς μελέτη και παρατήρηση. Συνεχώς να βλέπεις πράγματα και να τα επεξεργάζεσαι σε βάθος. Για να φτιάξεις το δικό σου ποτήρι πρέπει να αντιγράψεις δεκαπέντε ποτήρια. Θέλει να αντιγράφεις την πραγματικότητα, ώστε να παίρνεις στοιχεία απ’ αυτήν και να συνθέσεις τις δικές σου δημιουργίες.
Ταλέντο είναι να βλέπεις τα πράγματα ισορροπημένα. Τίποτα παραπάνω. Ούτε καν αυτό που λένε «πω πω τι χέρι έχει αυτός»! Καμία σχέση. Ο εγκέφαλος οδηγεί το χέρι να κάνει κάποια πράγματα αλλά από εκεί και πέρα ,το κατά πόσο σταθερό και ισορροπημένο είναι το χέρι, θέλει πάρα πολύ εξάσκηση.

Δεν με ενοχλεί η ταμπέλα. Εικαστικός καλλιτέχνης, δημιουργός, ζωγράφος, street artist.Ένας πιτσιρικάς μπορεί να πει ένας γκραφιτάς. Μου βάζουν διάφορα επίθετα. Νιώθω ότι τουλάχιστον οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει. Μου αρέσει που το αντιλαμβάνονται και δεν σε περνάνε απαρατήρητο. Δίνουν βάση στην τέχνη.

Δημιουργηθήκαμε και συνεχώς επαναδημιουργούμαστε. Όλα γύρω μας συνεχώς εξελίσσονται, εναλλάσσονται, μεταλλάσσονται. Όλα αυτά περνάνε από το κομμάτι του σχεδίου πρώτα. Κάτι γίνεται πρώτα στο σχέδιο και μετά περνάει στην πραγματικότητα. Και το i-phone που κρατά κανείς στο χέρι του πέρασε πρώτα από το στάδιο του σχεδίου για να γίνει πραγματικότητα.




Για τη ζωγραφική το ενδιαφέρον το μεγάλο βρίσκεται έξω, αυτό που συμβαίνει στο δρόμο, το urban art, το street art. Η σχέση που έχει η τέχνη, όχι μόνο στον όρο street art, αλλά γενικότερα  η σχέση της τέχνης των εικαστικών με τους ανθρώπους και τον περιβάλλοντα χώρο. Όταν σου παρουσιάζει κάποιος ένα έργο έξω στο δρόμο, εσύ έχεις όλη τη δυνατότητα να το μελετήσεις, να το κοιτάξεις, να σκεφτείς γι’ αυτό, να πάρεις πράγματα απ’ αυτό και να σου δημιουργήσει έναν πολιτισμό, μια κουλτούρα και μια άλλη αντίληψη των πραγμάτων γύρω σου. Γιατί κι ο καλλιτέχνης αυτό το πράγμα κάνει. Ουσιαστικά είναι ένας μελλοντολόγος που προβλέπει κάποια πράγματα. Να κι ένα άλλο που σου χαρίζει η φύση, του να μπορείς να βλέπεις πράγματα που δε συμβαίνουν αλλά που μπορεί και να συμβούν, που δεν υπάρχουν αλλά μπορεί και να υπάρξουν.
Δεν ασχολήθηκα ποτέ με το στυλ που λέγεται γκράφιτι. Σαν όρος μου αρέσει, μ’ ενδιαφέρει αλλά πιο πολύ αυτό που έκανα πάντα ήταν η έννοια του street art και όχι τόσο του graffiti art. Αυτά τα δυο είναι αλληλένδετα μεταξύ τους. Εάν εμβαθύνεις υπάρχει διαχωρισμός. Το στυλ τους είναι ίδιο, απλά αλλάζει το ένα με το άλλο ως προς το πώς το οργανώνεις σχεδιαστικά το όλο θέμα.

Είναι ένα ύφος και ένας χώρος το street art που δεν ολοκληρώνεται ποτέ γιατί συμβαίνει έξω και έξω τα πράγματα συνεχώς εναλλάσσονται και αλλάζουν.
Προσπαθώ να αντιδρώ περνώντας θετικά μηνύματα και με πολλά αινιγματικά στοιχεία μέσα. Θέλω να παρέμβω στον χώρο, να τον ανατρέψω και να βάλω και πολλά αινίγματα μέσα ώστε να έχει τη δυνατότητα κάποιος να καθίσει να το παρακολουθήσει αρκετή ώρα και να στοχαστεί. Με τον τρόπο μου περνάω πάντα θετικά και χιουμοριστικά μηνύματα. Ποτέ πολιτικά και οικονομικά. Φτιάχνω ιστορίες μέσα από τις οποίες όταν θα φύγω από κάπου και τις ολοκληρώσω, αυτές θα επικοινωνούν με τον περαστικό. Έτσι λειτουργεί η street art, αφήνεις το έργο σου και επικοινωνεί με όλους.

Το εάν μια πόλη είναι όλο και πιο «μουτζουρωμένη» σημαίνει ότι ο καλλιτέχνης λειτούργησε έτσι γιατί ένιωσε πιεσμένος από την έλλειψη της εντροπίας. Εάν μια Αθήνα είναι χάος, τα διάφορα εικαστικά που μπορεί να συμβαίνουν προσπαθούν να δημιουργήσουν εντροπία, να δημιουργήσουν την ισορροπία. Εάν μια Κομοτηνή είναι ισορροπημένη κάτι πρέπει να έρθει για να της ταράξει τα νερά. Και που αλλού να δαπανήσεις χρήματα; Στο να καταστρέφεις πάλι τους δρόμους και απλά να τους στενεύεις;
Δε χρειάζεται το κίνητρο! Υπάρχουν άνθρωποι που το κάνουν αλλά δυσκολεύονται να εκδηλωθούν, φοβούνται και δεν έχουν θάρρος. Εγώ πήγα στο δημαρχείο και πρότεινα να βάψουμε αλλιώς τις γέφυρες στην είσοδο της πόλης. Βάζουν τους εργάτες κάθε χρόνο και τις βάφουν με άσπρο χρώμα. Με τους ίδιους εργάτες και τα ίδια χρήματα, θα δώσω εγώ το σχέδιο, θα το βάψουμε στο χρώμα που θέλουμε και θα κάνουμε design-άτη την είσοδο! Είχα όμως το θάρρος και το θράσος να πάω να μιλήσω.

Δεν έχω πάρει καμία φορά άδεια και δεν μ’ έχει πειράξει ποτέ κανένας. Όλοι το επικροτούν. Δεν κάνω κάτι κακό. Δεν βανδάλισα, δεν έσπασα, ούτε προσέβαλα κάποιον. Κάποιοι πολίτες αντέδρασαν, τους είπαν να κάνουν την υπομονή ώστε να δουν ολοκληρωμένο το έργο και στο τέλος το επικρότησαν. Όταν δεν προσβάλεις την αισθητική και την προσωπικότητα του άλλου δεν έχει λόγους να αντιδράσει κάποιος. Η τέχνη θέλει θράσος.


Η street art δε θέλει υποδείξεις. Γι’ αυτό και είναι αντίδραση. Είναι μια μορφή κοινωνικοπολιτικών και πολλές φορές επαναστατικών απόψεων. Είναι μια τέχνη που περνάει άμεσα μηνύματα. Θα το δουν χιλιάδες δε χρειάζεται να το περάσεις σε λίστες στυλιζαρισμένο, ούτε να το περιποιηθείς και να το προσφέρεις σε πακέτο. Τους το προσφέρεις στην καθημερινότητα τους, στο δρόμο τους.

«Μια τέχνη που έχει όρια και δε μπαίνει σε καλούπια»: δεν μου αρέσει αυτό που λένε. Δεν είναι ωραία τοποθετημένο. Είναι μια τέχνη που μπαίνει σε άπειρα καλούπια. Ένας που πάει να περάσει τέτοιου είδους μηνύματα θα σκεφτεί τόσα πολλά πράγματα που δεν τα σκέφτεται ο κοινός πολίτης και γι’  αυτό άλλωστε μπορεί και τα κάνει. Θα βάλει σε σκέψεις τον άλλον που δεν μπήκε ποτέ. Οπότε αμέσως βάζει πάρα πολλά όρια στον εαυτό του. Που θα το κάνει, πότε θα το κάνει, τι θα κάνει, ποιοι θα περάσουν, ποιοι θα το δουν, τι θα πει και για ποιον θα μιλήσει, που και σε ποιον συγκεκριμένα θέλει να στοχεύσει. Υπάρχουν απεριόριστα όρια!

Έχω και άλλη μορφή και ενασχόληση με την τέχνη τελείως πιο προσωπική. Είναι η τέχνη της ζωγραφικής που έχει να κάνει με τις διαφάνειες, τις ζωγραφικές διαφάνειες. Το πώς μπορώ να σου αποδώσω χτιστούς και άχτιστους χώρους. Όταν μέσα από τις διαφάνειες μπορώ να σου αποδώσω έναν κύβο κι εσύ από κάτω να βλέπεις κι ένα ορθογώνιο, κι έναν κύκλο και ακόμη έναν κύκλο, το ένα πάνω από το άλλο και να βλέπεις ένα διαφανές σχέδιο. Είναι μια τέχνη που απέδιδα έως ένα σημείο με το στυλό, με το μελάνι, με πολλή απαλή υφή και μετά την μετεξέλιξα και πρόσθεσα κι άλλα ζωγραφικά μέσα. Βασίζονται στη διαφάνεια ως προς τη διαδικασία του να μπορείς να μη βλέπεις μόνο αυτό που έχεις μπροστά σου αλλά να μπορείς να αντιλαμβάνεσαι κι άλλα που υπάρχουν πίσω απ’ αυτό. Ουσιαστικά βλέπεις ένα υλικό μπροστά κι από πίσω όσα επίπεδα εσύ θέλεις. Έτσι λειτουργεί η διαφάνεια, σαν μια οπτική ίνα που σου δείχνει ό,τι υπάρχει από πίσω παραμορφωμένα. Άρα λοιπόν εγώ θα δημιουργήσω μια διαφάνεια και από πίσω δε θα βλέπεις κάτι ξεκάθαρο και στην τελική δε θα βλέπεις τίποτα απ’ αυτά που έχεις μάθει να βλέπεις μέχρι στιγμής. Πράγματα ορατά στον καθένα, όπως όμως τα οραματίζεται ο καθένας! Η τέχνη δε θέλει να λειτουργήσει ως ετοιμοπαράδοτη αλλά να σε βάζει σε στοχασμούς και να δρομολογεί άλλες κατευθύνσεις ώστε να σε κάνει να σκέφτεσαι, να φαντάζεσαι και να βοηθά το πνεύμα σου να λειτουργεί.

Αυτό ψάχνεις να βρεις μέσα από την τέχνη, τι είναι αυτό το τελείως δικό σου. Μπορεί δηλαδή να ζωγραφίζουμε δέκα άνθρωποι με το μολύβι αλλά και οι δέκα θα ζωγραφίζουμε μ’ έναν διαφορετικό τρόπο. Αυτό ψάχνεις να βρεις, το προσωπικό ύφος. Εκείνο που σε διαφοροποιεί είναι το ύφος. Η ίδια η τέχνη είναι πιο προσωπική όταν είναι καθαρή τέχνη και δεν είναι αντιγραφή.
Ουσιαστικά όταν ζωγραφίζεις θέλεις να γράψεις τη ζωή με τα δικά σου τα μάτια. Δημιουργείς  κάτι που δεν υπάρχει και κάτι που δε θα υπάρξει, άρα μελλοντολογείς. Δε θα υπάρξει ποτέ ένας δεινόσαυρος να τον καβαλάει ένας σκύλος και να πετάνε στον αέρα!

Η πιο όμορφη πλευρά της Κομοτηνής για μένα είναι τα στενάκια της. Μου αρέσουν και με εμπνέουν τα μικρά στενά της. Είναι πιο μαζεμένα. Όταν είναι κάτι μικρό έχει περισσότερα να σου πει ίσως γιατί έχουν συμβεί περισσότερα εκεί. Από μια άπλα που σε βλέπουν όλοι, σ’ ένα στενάκι μπορείς να εκφραστείς με διάφορους τρόπους. Δε θα περάσουν πολλοί άνθρωποι, μπορείς να στοχαστείς πιο ελεύθερα. Μου αρέσει το κλίμα τους. Το λιτό, το απέριττο αλλά με πολλή φαντασία. Μπορείς να δεις και τη γλαστρούλα που έχει βάλει μια γιαγιά, το πλακόστρωτο  και το πιο περιποιημένο φως που υπάρχει σε τέτοια σημεία δημιουργούν μια ρομαντική περαντσάδα.
Αυτό που με ενοχλεί σ’ αυτήν την πόλη είναι ότι λείπει η δημιουργία. Οι άνθρωποι γενικότερα και όχι μόνο σ’ αυτήν την πόλη, δε φτιάχνουν. Νομίζω σ’ όλους μας αρέσει να φτιάχνουμε κάτι, οτιδήποτε και εάν είναι αυτό. Δυστυχώς μας οδηγούν στο να μην φτιάχνουμε. Η θέληση για άνεση μας οδηγεί στο να μη φτιάχνουμε. Κι εγώ θα μπορούσα να κάνω έργα με άλλα μέσα και πιο εύχρηστα αλλά θα το κάνω με τα πιο πατροπαράδοτα. Με την σκαλίτσα μου, το φτηνό πινελάκι, τη βουρτίτσα, με χρώματα απλά πλαστικά, ακριλικά και λίγο σπρέι.

Μ’ αυτό που κάνω νιώθω ότι αλλάζω την πόλη. Θέλω να τη δω αλλιώς όπως και στις ταινίες. Μια πόλη με ζωγραφική και street art γύρω της. Προσπαθώ να ενισχύω αυτήν την έννοια του όρου, του street art.
Το κριτήριο επιλογής ενός χώρου όπου θα δημιουργήσω: πρέπει να είναι πάρα πολύ βρώμικος και ετοιμοθάνατος. Με συναρπάζει να παρεμβαίνω σε τέτοιους χώρους. Νιώθω ότι αυτό το πεθαμένο, το μη συντηρημένο, το χάλι, το αίσχος, εγώ θα του δώσω ζωή ενώ στην ουσία είναι για γκρέμισμα. Έτσι λειτουργούν και τα αντικείμενα που θα μου δώσει κάποιος και θα κάνω κι εγώ, τα οποία τα βλέπεις και είναι για πέταμα.

Θεματικές που μου αρέσουν: όλα σε συνδυασμό μεταξύ τους και ποτέ κάτι συγκεκριμένο. Γι’ αυτό κάνεις ζωγραφική γιατί μπορείς να συσχετίσεις έναν Αφρικανό και έναν άνθρωπο από το Καζακστάν. Να βρεις  κοινά στοιχεία που ενώνουν αυτούς τους δυο ανθρώπους και να τα συσχετίσεις ζωγραφικά μέσω της εντροπίας. Εκεί θα γράψεις τη ζωή με τα δικά σου τα μάτια.
Αυτό που επηρεάζει το στυλ σου είναι το κλίμα και ο τόπος που ζεις και κινείσαι. Δε μπορείς να ξεφύγεις από το ελληνικό κλίμα,  από το γαλάζιο του ουρανού και την ώχρα του αγρού. Δε μπορείς να ξεφύγεις απ’ αυτό. Το βλέπεις. Εάν κάνεις κάτι διαφορετικό δε θα έχει σχέση μ’ αυτό. Το αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι και θα νιώθουν άβολα γιατί δεν έκανες καλή εντροπία.
Η τέχνη του δρόμου είναι αινιγματική, σε βάζει σε σκέψεις. Αυτό που παρατηρεί κανείς όταν επισκέπτεται μια πόλη είναι οι παρεμβάσεις, αυτό που συμβαίνει γύρω του. Street art και graffiti  παρεμβάσεις, tags, sticker bombing όλα αυτά είναι μέρος του παιχνιδιού και πρέπει να υπάρχουν για να υπάρχει εντροπία.

Όταν φοβάσαι δεν εκφράζεσαι. Το θέμα είναι να εκφράζεσαι δημόσια και με το πρόσωπο σου φανερό. Το να πας να βανδαλίσεις ένα ιδιωτικό μέρος ή  ένα αντικείμενο με καλυμμένο πρόσωπο, αυτό δεν είναι έκφραση. Έκφραση είναι να πας το πρωί, που σε βλέπουν όλοι, σ’ ένα δημόσιο χώρο και να μας δείξεις τι θέλεις να μας πεις.
Αυτό που έχω κερδίσει είναι πρώτα η ικανοποίηση η δική μου, που είναι και βασικό μου μέλημα και δεύτερον η ικανοποίηση του ότι έβαλα και όλους τους άλλους σ’ αυτό το παιχνίδι των εικαστικών έξω στο δρόμο. Αυτό που μ’ ενδιαφέρει είναι να μη χρειάζεται να πάει κάποιος στο Βερολίνο ή στο Λονδίνο για να δει τέχνη του δρόμου αλλά να υπάρχει και στην πόλη του, να τα βλέπει και να εκφράζεται στον τόπο του. Μου αρέσει όταν κάποιος θα πάει στο Βερολίνο να πει: «κι εμείς έχουμε στην Κομοτηνή τέτοια τέχνη». Γίνεται κι εδώ λοιπόν αλλά με πιο ελληνότροπα στοιχεία.
Δε νομίζω να βαρεθώ. Ίσως  στο μέλλον να μην το κάνω σε τόσο μεγάλο βαθμό. Κανείς δεν ξέρει τι είναι κωδικοποιημένο μέσα του. Συνεχώς ψάχνεις, ανακαλύπτεις πράγματα και πορεύεσαι. Είναι ένα παιχνίδι που δεν τελειώνει. Όταν προσπαθείς να βάζεις αινίγματα και να γράφεις δικά σου πράγματα ζωγραφίζοντας τότε αυτό το παιχνίδι δεν τελειώνει. Θέλεις συνεχώς να μπουρδουκλώνεις τον εαυτό σου ζωγραφίζοντας.



Καλπάνης Μπάμπης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου